του Ιακώβ Μπενμαγιόρ
Τα
πρώιμα χρόνια
Παρόλο που οι ιστορικές αποδείξεις είναι περιορισμένες, πιστεύεται ότι οι πρώτοι Εβραίοι που εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη ήρθαν από την Αλεξάνδρεια το 140 π.κ.π. Κατά τη διάρκεια της Ελληνιστικής περιόδου δημιουργήθηκε μία Εβραϊκή κοινότητα. Τα μέλη της ήταν συγκεντρωμένα στην περιοχή γύρω από το λιμάνι της πόλης. Το κέντρο της κοινωνικής και θρησκευτικής τους ζωής ήταν η Συναγωγή τους, Ετς Α Χαϊμ. Λέγεται ότι ο Απόστολος Παύλος κήρυξε για τρία συνεχόμενα Σάββατα σ’ αυτή τη Συναγωγή, πριν να τον αναγκάσουν να εγκαταλείψει την πόλη.
Οι Ρωμαίοι παραχώρησαν αυτονομία στην Εβραϊκή κοινότητα, της οποίας τα μέλη διέμεναν σε διάφορα μέρη της πόλης και δεν ήταν πια συγκεντρωμένα γύρω από το λιμάνι. Είναι έμποροι, τεχνίτες ακόμα και αγρότες και καλλιεργητές μεταξιού. Ο ανώτερος ηγέτης της κοινότητας είναι ο Ραβίνος ο οποίος, με τη βοήθεια 6 προκρίτων αντιμετωπίζει τις καθημερινές ανάγκες και υποχρεώσεις των μελών της. Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής και αργότερα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας είχαν ελληνικά ονόματα και μιλούσαν Ελληνικά. Αυτή η αρχαία κοινότητα έγινε γνωστή ως «Ρωμανιώτες».
Μετά τη διάσπαση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 395 κ.π., η Θεσσαλονίκη έγινε η δεύτερη πιο σημαντική πόλη στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, μετά την Κωνσταντινούπολη. Οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες, στην προσπάθειά τους να «εκχριστιανίσουν» τους υποτελείς τους, ήταν εχθρικοί προς τις εβραϊκές κοινότητες στην επικράτειά τους και ειδικά στην κοινότητα της Θεσσαλονίκης. Ο Κωνσταντίνος ο Μέγας και ο Θεοδόσιος Β’ επέβαλαν αντι-εβραϊκούς νόμους. Ο Ιουστινιανός Α’ απαγόρευσε τη δημόσια εκπλήρωση των «μιτσβότ» (θρησκευτικές εντολές). Απαγόρευσε την απαγγελία του Shema (καθημερινή προσευχή) και στο φημισμένο Ιουστινιανό Κώδικα οι Εβραίοι χαρακτηρίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Μάλιστα, εξέδωσε διάταγμα ώστε το Πέσαχ (Εβραϊκό Πάσχα) να γιορτάζεται μετά από το Ελληνικό Ορθόδοξο Πάσχα. Ο Βασίλειος Α’ ο Μακεδόνας και ο Λέων Στ’ ο Σοφός ανάγκασαν τους Εβραίους να αλλάξουν θρησκεία ή να εγκαταλείψουν τη χώρα. Ένας από τους ελάχιστους αυτοκράτορες που φέρθηκε ευνοϊκά στους Εβραίους ήταν ο Αλέξιος Α’ ο Κομνηνός, ο οποίος κατά τη διάρκεια της Πρώτης Σταυροφορίας ελάφρυνε τους φόρους που βάραιναν τους Εβραίους.
Παρ’ όλες τις ταλαιπωρίες που υπέστη κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου, η Εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης άκμασε. Οι περισσότεροι από τους Εβραίους ήταν έμποροι και ασχολούνταν ιδιαίτερα με το εμπόριο του μεταξιού. Το 1169 ο γνωστός Εβραίος περιηγητής Βενιαμίν από την Τουδέλα επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη και αναφέρει ότι εκείνη την εποχή υπήρχε στην πόλη μια ευημερούσα κοινότητα που είχε 500 Εβραίους ή Εβραϊκές οικογένειες.
Τα βάσανα των Εβραίων όμως συνεχίζονται και στη διάρκεια της Λατινικής αυτοκρατορίας που δημιουργήθηκε από τους σταυροφόρους της 4ης Σταυροφορίας (1204-1261) και αργότερα στη διάρκεια της διοίκησης της Θεσσαλονίκης από το Δεσπότη της Ηπείρου, Θεόδωρο Δούκα (1224-1230)
15ος αιώνας
Τον επόμενο αιώνα φαίνεται ότι ησύχασαν λίγο τα πράγματα για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, τόσο που αρχίζει να προσελκύει Εβραίους κυνηγημένους από άλλες περιοχές της Ευρώπης. Έτσι έχουμε το 1376 το πρώτο κύμα μεταναστών από την Ουγγαρία. Το 1423 ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος, κυβερνήτης της Θεσσαλονίκης, πούλησε την πόλη στους Ενετούς. Οι Ενετοί, είτε από θρησκευτικό πάθος είτε από καθαρά εμπορικούς λόγους, επέβαλαν στους Εβραίους βαριά φορολογία, προκαλώντας ακόμα μία μετανάστευση αρκετών Εβραίων της Θεσσαλονίκης σε πιο φιλόξενες περιοχές. Ωστόσο, εκείνοι που παρέμειναν, αποτελώντας μία οργανωμένη κοινότητα, έστειλαν μία ειδική αντιπροσωπεία στη Βενετία για να τους πείσει να μειώσουν τους φόρους. Το αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής της αποστολής δεν είναι γνωστό σήμερα. Ξέρουμε όμως ότι η αλλαγή της θέσης τους και των συνθηκών ζωής ήρθε από μία τελείως άλλη πηγή: Το 1430 οι Τούρκοι κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη. Ο Σουλτάνος Μουράτ Β’ είχε προσωπική πείρα από τα ευεργετικά αποτελέσματα που μπορούσε να έχει ο Εβραϊκός πληθυσμός στο βασίλειό του, μια και είχε πολλούς Εβραίους συμβούλους και γιατρούς. Δήλωσε, λοιπόν, ότι ευνοούσε την επιστροφή όσων Εβραίων υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη τα προηγούμενα χρόνια. Περίπου την ίδια περίοδο, Εβραίοι πρόσφυγες από την Ανατολική Ευρώπη άρχισαν να φτάνουν στην πόλη. Ο Ραβίνος Ιτσχάκ Τσαρφατή από την Ουγγαρία περιγράφει σε μία από τις επιστολές του σε φίλους του στην Ουγγαρία τις συνθήκες διαβίωσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία:
«Στη Γερμανία, αδέρφια μου, δεν μπορείς να ντυθείς όπως θέλεις. Σε αναγκάζουν να είσαι ατημέλητος και δυστυχισμένος. Σε χτυπούν, σε λιθοβολούν, σε εξαναγκάζουν να αλλάξεις θρησκεία, σε καταδιώκουν και σου αρπάζουν όλη σου την περιουσία… Στην Τουρκία, απ’ εναντίας, μπορείς να φορέσεις ό,τι θέλεις, ακόμα και από χρυσό ή ασήμι. Σου φέρονται μεγαλόψυχα, μπορείς να έχεις ό,τι επιθυμείς και ο καθένας έχει μία στέγη πάνω απ’ το κεφάλι του… Ω, Ισραήλ, εγκατάλειψε αυτήν την καταραμένη γη, άφησε αυτήν την Κόλασή σου και έλα εδώ να δρέψουμε τους καρπούς της κληρονομιάς που ο Κύριος έδωσε σε μας, έλα εδώ για να αναπαυθείς και να ζήσεις ειρηνικά».
Όπως συμβαίνει συνήθως στην Εβραϊκή ιστορία, οι συνθήκες διαβίωσης του Εβραϊκού πληθυσμού μιας χώρας πρέπει να γίνουν πραγματικά ανυπόφορες για να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Έτσι, το 1470, μετά από ακόμα ένα πογκρόμ, Βαυαροί Εβραίοι έφτασαν στη Θεσσαλονίκη και δημιούργησαν την κοινότητα των Ασκεναζίμ δίπλα στην ήδη υπάρχουσα Ρωμανιώτικη. Οι δύο κοινότητες διέφεραν μεταξύ τους από κάθε άποψη: ενδυμασία, διατροφικές συνήθειες, θρησκευτικές τελετές, βιβλία προσευχών, κλπ. Η κοινότητα των Ασκεναζίμ συνέχισε να υπάρχει μέχρι την αρχή του 20ου αιώνα και τα μέλη της δεν αφομοιώθηκαν πλήρως με τις άλλες Εβραϊκές ομάδες στη Θεσσαλονίκη.
Φυγή από την Ισπανία
1492: Μία πολύ σημαντική ημερομηνία στην ιστορία των Εβραίων, στην παγκόσμια ιστορία, αλλά και αποφασιστική για την ιστορία της Θεσσαλονίκης. Το 1492, ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα, οι μονάρχες της Ισπανίας, υπέγραψαν το διάταγμα της εξορίας, διατάζοντας όλους τους Εβραίους να εγκαταλείψουν το βασίλειό τους. Ο Ιταλοεβραίος συγγραφέας, Γιοσέφ α Κοέν, γράφει στα μέσα του 16ου αιώνα:
«Όλα τα στρατεύματα του Κυρίου, οι πρόσφυγες της Ιερουσαλήμ που ζούσαν στην Ισπανία, αυτήν την καταραμένη γη, έφυγαν τον πέμπτο μήνα του έτους 5252, δηλαδή το 1492. Από κει, διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές της γης. Έφυγαν από το λιμάνι της Καρθαγένης με 16 μεγάλα πλοία γεμάτα με πολλούς ανθρώπους την Παρασκευή 16 του μήνα Αβ. Και εγκαταλείποντας τις πόλεις του Βασιλιά, τι έκαναν; Πήγαν εκεί που τους οδήγησαν οι άνεμοι: στη γη της Αφρικής, της Ασίας, στην Ελλάδα και την Τουρκία. Και μένουν εκεί μέχρι και σήμερα».
Μετά την εξορία από την Ισπανία και την Πορτογαλία μεγάλος αριθμός Εβραίων, οι αποκαλούμενοι Σεφαραδίτες, συνέρρευσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Β’ διέταξε τους διοικητές των επαρχιών να μην αρνηθούν την είσοδο ή να προβάλλουν καμία δυσκολία σε κανέναν Εβραίο, αντιθέτως να τους υποδεχτούν εγκάρδια. Ακόμα, έκανε τη γνωστή πλέον παρατήρηση ότι οι Καθολικοί Μονάρχες (ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα) λανθασμένα θεωρούνταν σοφοί, εφόσον έκαναν πιο φτωχή την Ισπανία (με την εξορία των Εβραίων) και πιο πλούσια την Τουρκία.
Κατά τη διάρκεια του 15ου και 16ου αιώνα πολλοί Εβραίοι εκδιώχθηκαν από την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιταλία, τη Σικελία, τη Γαλλία και πρόσφυγες από τη Βόρεια Αφρική εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Οι περισσότεροι ήρθαν το 1492/3 και το 1536. Στη Θεσσαλονίκη ίδρυσαν ξεχωριστές συναγωγές (kahal kadosh). Αυτές οι συναγωγές πήραν τα ονόματά τους από τις γενέθλιες χώρες ή πόλεις: Καστίλη, Καταλονία, Αραγόνα, Μαγιόρκα, Λισσαβόνα, Σικελία, Καλαβρία, Απουλία, Προβηγκία, κλπ. Επίσης, η Θεσσαλονίκη δέχτηκε Μαρράνος, οι οποίοι εξορίστηκαν από την Πορτογαλία. Οι Μαρράνος ήταν Εβραίοι από την Ισπανία και την Πορτογαλία οι οποίοι προτίμησαν να αλλάξουν θρησκεία παρά να εγκαταλείψουν τις χώρες τους. Ωστόσο, συνέχισαν να τηρούν τον Ιουδαϊσμό κρυφά. Μάλιστα, κάθε φορά που έπρεπε να μπουν σε Καθολική εκκλησία για τη Θεία Λειτουργία, έλεγαν μέσα τους: «Δε λατρεύω το ξύλο ούτε την πέτρα αλλά μόνο το Θεό που κυβερνά το Σύμπαν». Η Ισπανική Ιερά Εξέταση όμως, ανακάλυψε ότι αυτοί οι αποστάτες δεν ήταν πραγματικοί Καθολικοί και ως εκ τούτου τους εξανάγκασαν να φύγουν. Η άφιξη των Μαρράνος προκάλεσε διάφορα θρησκευτικά και κοινωνικά προβλήματα στις Εβραϊκές Κοινότητες της Θεσσαλονίκης. Οι εξόριστοι από την Ισπανία τους θεωρούσαν κατώτερους, επειδή είχαν αποστατήσει. Ήδη όμως από το 1514 οι ραβινικές αρχές της Θεσσαλονίκης χρειάστηκε να εκδώσουν μία ειδική Ασκαμά (ραβινική απόφαση) με την οποία οι Μαρράνος θεωρούνταν Εβραίοι από κάθε άποψη. Το 1555, όταν οι Μαρράνος από την Ανκόνα καταδιώκονταν από τον Πάπα Παύλο IV, οι Εβραίοι έμποροι της Θεσσαλονίκης αποφάσισαν να μποϊκοτάρουν την Ανκόνα και υποκίνησαν τους Εβραίους εμπόρους σ’ όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία να συμμετέχουν σ’ αυτή τους την κίνηση.
16ος αιώνας
Ως τα μέσα του 16ου αιώνα η Θεσσαλονίκη είχε γίνει το Εβραϊκό κέντρο της Ευρώπης. Καταδιωκόμενοι Εβραίοι απ’ όλη την Ευρώπη έρχονται στη Θεσσαλονίκη για να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή. Ο Σάμουελ Ούσκουε, ένας Εβραίος ποιητής που κατάγεται από Μαρράνος αναφέρει: «Θεσσαλονίκη, είσαι πόλη και μητέρα του Ισραήλ. Ir vaEm be Israel».
Είσαι το πιστό δέντρο της Τορά και της εργασίας, γεμάτη με λουλούδια και επιβλητικά δέντρα για να δοξάζουν το Ισραήλ. Η γη σου είναι γόνιμη, ποτισμένη από τα νερά της συμπόνιας και της φιλοξενίας. Εδώ είναι ο τόπος όπου κάθε στερημένη ή φτωχή ψυχή κυνηγημένη απ’ την Ευρώπη κι άλλα μέρη του κόσμου θα βρει καταφύγιο και παρηγοριά και θα τους δεχτείς στοργικά σα μητέρα, μητέρα του λαού του Ισραήλ, όπως η Ιερουσαλήμ στις ημέρες της δόξας της.»
Εκτιμάται ότι ήδη το 1553 ζούσαν 20.000 Εβραίοι στη Θεσσαλονίκη. Η γεωγραφική θέση της πόλης και το γεγονός ότι ήταν ένα λιμάνι που αποτελούσε το κλειδί για τα διεθνή εμπορικά δρομολόγια ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, συνετέλεσε στην προσέλκυση μεταναστών. Εμπορεύματα από την Ανατολή έρχονταν στη Θεσσαλονίκη και από κει μεταφέρονταν στη Δύση και αντίστροφα. Οι Εβραίοι μετανάστες διατηρούσαν τις σχέσεις τους με τους ομόθρησκους και τους συναδέλφους από τις χώρες καταγωγής τους- τη Γαλλία, τη Φλάνδρα, την Αίγυπτο και ιδιαίτερα τα Ιταλικά λιμάνια και ειδικά τη Βενετία.
Εκείνη την περίοδο, οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης ήταν συγκεντρωμένοι σε τρεις κυρίως περιοχές: σε μία συνοικία κοντά στο τείχος της πόλης στο λιμάνι, δηλαδή πολύ κοντά στην κεντρική αρτηρία του εμπορίου, στο Φραγκομαχαλά – η γειτονιά των ξένων από την Ευρώπη, όπου μάλλον ζούσε η αριστοκρατία των Εβραίων κατοίκων και τέλος στη συνοικία κοντά στο ιπποδρόμιο, η οποία ήταν κατεξοχήν ελληνική. Δηλαδή, οι Εβραίοι δεν κατοικούσαν κοντά στους άρχοντες της πόλης, τους Τούρκους, οι οποίοι διέμεναν στα ανώτερα μέρη της πόλης. Για να τονίζουν τη δεσπόζουσα θέση τους, οι Τούρκοι εξέδωσαν ένα διάταγμα που ανέφερε ότι τα σπίτια που ανήκαν σε Εβραίους έπρεπε να είναι τουλάχιστον 2 μέτρα χαμηλότερα από τα Τουρκικά.
Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης ήταν τεχνίτες και η πόλη φημιζόταν για τους Εβραίους υφαντές και βαφείς μεταξιού και μαλλιού. Στα γύρω ορυχεία χρυσού και ασημιού και πολλοί από τους εργάτες ήταν Εβραίοι. Υπήρχαν, επίσης, Εβραίοι αγρότες και ψαράδες, επαγγέλματα που δε συναντούμε στους Εβραίους της υπόλοιπης Ευρώπης, κυρίως γιατί δεν επιτρέπονταν από τις τοπικές αρχές.
Η οργάνωση της Εβραϊκής ζωής στη Θεσσαλονίκη είχε ιδιαίτερο χαρακτήρα: Υπήρχαν περίπου 30 ανεξάρτητες συναγωγές, οι οποίες μερικές φορές συνεργάζονταν μεταξύ τους σαν ένα εθελούσιο σώμα που φρόντιζε για τα κοινά συμφέροντα των συναγωγών. Οι Τακανότ (Ραβινικές οδηγίες) που εκδίδονταν από αυτό το σώμα έπρεπε να γίνουν αποδεκτές από κάθε συναγωγή, προκειμένου να τεθούν σε ισχύ. Αυτές περιελάμβαναν τα δικαιώματα των γυναικών, ηθικά ζητήματα, θρησκευτικά ζητήματα, κλπ. Αυτές οι Τακανότ βασίζονταν στις αντίστοιχες από το Τολέδο, την Αραγόνα και την Καστίλη. Οι διοικούντες την κάθε κοινότητα ονομάζονταν παρνασίμ, μεμουνίμ, νιβαρίμ και ανσέι μααμάντ και εκλέγονταν από όλα τα μέλη κάθε συναγωγής. Μία επιτροπή, που εκλεγόταν από τους παρνασίμ κάθε συναγωγής αποφάσιζε την αναλογία των φόρων που η κάθε μία έπρεπε να καταβάλει στις Τουρκικές αρχές, ανάλογα με τον αριθμό των μελών και την οικονομική τους κατάσταση. Οι γυναίκες, τα ορφανά και οι φτωχοί εξαιρούνταν από τους φόρους. Κάθε συναγωγή διατηρούσε τα εξής κοινοτικά ιδρύματα: Χεβρά Καντισά, η οποία λεγόταν επίσης και Χεβράτ Κεβαρίμ (επιτροπή τελετών\ενταφιασμού), Γκεμιλούτ Χασαδίμ (φιλανθρωπικό ίδρυμα), Μπικούρ Χολίμ (ιατρική περίθαλψη), Γεσιβά (θρησκευτικό σχολείο) και Μπετ Ντιν (θρησκευτικό δικαστήριο). Η θρησκευτική κεφαλή της κάθε Καάλ Καντός ήταν ο Μαρμπίτς Τορά ή Χαχάμ Σαλέμ, ο οποίος εκλεγόταν για περιορισμένη χρονική περίοδο και συνήθως προερχόταν από την πόλη ή τη χώρα καταγωγής του Καάλ Καντός. Ο Μαρμπίτς Τορά που δίδασκε στη γεσιβά της συναγωγής ήταν συνήθως και ο Νταγιάν της (θρησκευτικός δικαστής) και εκφωνούσε κηρύγματα το Σαμπάτ (Σάββατο) και στις γιορτές. Η αλαχά (Εβραϊκός Νόμος) απαγόρευε στους Εβραίους να απευθύνονται στις Τουρκικές αρχές για κληρονομικά θέματα και για τις κετουμπότ (γαμήλια συμβόλαια). Στα μέσα του 16ου αιώνα ιδρύθηκε ένα κεντρικό Ταλμούδ Τορά (θρησκευτικό σχολείο) που λειτουργούσε ως εκπαιδευτικό και αργότερα ως διοικητικό κέντρο, κοινό για όλες τις συναγωγές.
Η Θεσσαλονίκη έγινε το κέντρο εκμάθησης της Τορά (Παλαιά Διαθήκη και Ταλμούδ) και προσέλκυσε πολλούς μαθητές από το εξωτερικό. Κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα υπήρχαν πολλοί σημαντικοί ραβίνοι, η επιρροή των οποίων απλωνόταν πέρα από τα σύνορα της Θεσσαλονίκης, ακόμα και πέρα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ανάμεσα στους πιο διαπρεπείς ήταν: ο Σολομών Αλκαμπέτς- ο δημιουργός του Λεχά Ντοντί-, ο Ισαάκ Ανταρμπί- ο συγγραφέας του Ντιβρέι Ριβότ και του Ντιβρέι Σαλόμ-, ο Μωσέ Αλμοσνίνο- δημιουργός πολλών σπουδαίων εργασιών. Επιπλέον, ο Σαμουέλ ντι Μεδίνα (“RaSHdaM”), ο οποίος άφησε πάνω από 1.000 ρεσπόνσα (ερωταποκρίσεις σε θρησκευτικά και καθημερινά θέματα) και συγκαταλέγεται ανάμεσα στις αυθεντίες της αλαχά, των οποίων οι αποφάσεις τόσο στην αλαχά όσο και στην καθημερινή πρακτική είναι πολύ αξιόπιστες μέχρι σήμερα. Η Θεσσαλονίκη ήταν επίσης φημισμένη ως κέντρο της Καμπαλά (Εβραϊκός μυστικισμός), μόλις δεύτερη μετά τη Τσφατ. Συμπληρωματικά στις ραβινικές σχολές της Θεσσαλονίκης το 16ο αιώνα υπήρχε ένα μπετ μιδράς (σχολείο) για πιγιουτίμ (θρησκευτική ποίηση) και τραγούδι και επίσης ένα μπετ μιδράς για κοσμικές σπουδές, στο οποίο διδάσκονταν ιατρική, φυσικές επιστήμες, αστρονομία και άλλα γνωστικά αντικείμενα. Ο διάσημος φυσικός Αμάτο Λουζιτάνο ήταν δάσκαλος σ’ αυτό το σχολείο, όταν εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1558.
17ος αιώνας
Στις αρχές του 17ου αιώνα η πόλη υπέφερε από επιδημίες και πυρκαγιές (1604, 1609, 1610, 1618, 1620), προκαλώντας τη μετανάστευση των Εβραίων. Μολαταύτα , στα μέσα του αιώνα υπήρχαν περίπου 30.000 Εβραίοι, που αναλογούσαν στο μισό από το συνολικό πληθυσμό της πόλης. Το εμπόριο συνέχισε να ανθίζει παρόλη την πτώση του εμπορίου με τη Βενετία, εξαιτίας της κατάληψης της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669. Οι Εβραίοι συνέχισαν να εξάγουν σιτηρά, βαμβάκι, μαλλί, μετάξι και υφάσματα. Πολλές Εβραίες γυναίκες εργάζονταν στην καλλιέργεια του καπνού και στην αντίστοιχη βιομηχανία. Την ίδια περίοδο όλο και λιγότεροι Εβραίοι εργάζονταν στη βιοτεχνία. Προς το τέλος του αιώνα σημειώθηκε μια παρακμή στις εμπορικές δραστηριότητες που οφείλεται στην παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία είχε εμπλακεί σε μια σειρά συνεχιζόμενων πολέμων με διάφορες χώρες και λαούς.
Παρόλα αυτά τα προβλήματα, η Θεσσαλονίκη παρέμενε το κέντρο των θρησκευτικών σπουδών και της Αλαχά. Ο φημισμένος Ρ. Χαϊμ Σαμπετάι, αυθεντία στην Αλαχά (πέθανε το 1647), δημιουργός της «Tora haHayyim», έζησε στην πόλη κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 17ου αιώνα. Ανάμεσα σε άλλους σημαντικούς θρησκευτικούς ηγέτες συμπεριλαμβάνονται ο Ααρόν α-Κοέν Περαχιά, δημιουργός του «Parah Matteh Aharon» και ο Δαυίδ Κονφόρτε, δημιουργός του «Kore ha-Dorot». Η Θεσσαλονίκη έγινε επίσης κέντρο του Εβραϊκού Τύπου. Ήδη από το 1512 ο Δον Γιουδά Γκεδαλιά τύπωσε στη Θεσσαλονίκη μία Τανάχ (Παλαιά Διαθήκη) με περουσίμ (ερμηνείες) του Ράσι και του Όνκελος. Η οικογένεια Σοντσίνο μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη το 1525 και εκεί εκτύπωσε το γνωστό πλήρες Ταλμούδ των Σοντσίνο. Στα επόμενα χρόνια, η Κοινότητα η ίδια δημιούργησε δικούς της εκδοτικούς οίκους για την έκδοση των σιντουρίμ (προσευχολόγια). Ένας απ’ αυτούς τους εκδοτικούς οίκους που ιδρύθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα- το Ίδρυμα Ετς Α Χαϊμ- υπάρχει μέχρι σήμερα συνεχίζοντας να εκδίδει βιβλία Εβραϊκού περιεχομένου.
Το πιο καθοριστικό γεγονός για την Εβραϊκή κοινότητα του 17ου αιώνα ήταν η εμφάνιση του ψευδο-μεσσία Σαμπετάι Τσβι. Εξόριστος από τη Σμύρνη, έφτασε στη Θεσσαλονίκη το 1657. Αρχικά, έτυχε πολύ καλής μεταχείρισης και κήρυξε στη συναγωγή Σαλόμ. Όταν όμως ισχυρίστηκε ότι ήταν ο αληθινός Μεσσίας, εκδιώχθηκε από την πόλη σύμφωνα με απόφαση των πιο σημαντικών ραβίνων της πόλης. Αργότερα, ασπάστηκε τον Ισλαμισμό και 13 χρόνια μετά το θάνατό του, το 1683, μια ομάδα οπαδών του –περίπου 300 Εβραϊκές οικογένειες- ασπάστηκαν κι αυτές τον Ισλαμισμό. Αυτή η αίρεση ονομάστηκε «Ντονμέ» (στα Τουρκικά σημαίνει «αποστάτης») και το θρησκευτικό τους κέντρο ήταν στη Θεσσαλονίκη, από όπου εξαπλώθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλα μέρη. Το πέρασμα του Σαμπετάι Τσβι από τη Θεσσαλονίκη και η αποστασία που επακολούθησε προκάλεσε σάλο στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, οπότε η Κοινότητα ένιωσε την ανάγκη να είναι ενωμένη για να αντιμετωπίσουν παρόμοιες απειλές.
Έτσι, το 1680, 30 συναγωγές συγχωνεύτηκαν σε μία υπό την ηγεσία ενός ανώτατου συμβουλίου που το αποτελούσαν τρεις ραβίνοι και επτά προύχοντες. Οι τρεις ραβίνοι εκλέγονταν ισόβιοι και δεν μπορούσαν να αντικατασταθούν αν δεν είχαν πεθάνει και οι τρεις. Την πρώτη τριανδρία αποτελούσαν ο Μοσέ Χαΐμ Σαμπετάι, ο Αβραάμ ντε Μποτόν και ο Ελιγιά Κόβο. Ένα ακόμα σημαντικό βήμα ήταν η αναδιοργάνωση όλων των ραβινικών δικαστηρίων σε τρία σώματα με τους ακόλουθους άξονες : ζητήματα γάμου, ενοίκια και περιουσιακά (χαζακότ) και, τέλος, τελετουργικά ζητήματα (ισούρ βεετέρ). Κάθε Μπετ Ντιν [ραβινικό δικαστήριο] το αποτελούσαν τρεις ραβίνοι οι οποίοι εκλέγονταν από την τριανδρία. Αυτοί διακρίνονταν για την αμεροληψία τους και πολλοί Μουσουλμάνοι ή Έλληνες προτιμούσαν να εκδικάζουν τις υποθέσεις που είχαν με Εβραίους σ’ αυτά τα δικαστήρια παρά στα Τούρκικα.
18ος αιώνας
Το 18ο αιώνα, καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία έπεφτε σε παρακμή, η οικονομική κατάσταση της κοινότητας χειροτέρευε και οι Γάλλοι έμποροι άρχισαν να κερδίζουν τον έλεγχο σε διάφορους τομείς της εργασίας. Το 1720-30 Πορτογάλοι Μαρράνος επονομαζόμενοι «Φράγκοι» μετανάστευσαν στη Θεσσαλονίκη. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν πολύ μορφωμένοι και ανάμεσά τους υπήρχαν έμποροι και τραπεζίτες. Αυτοί δεν πλήρωναν φόρους στο Σουλτάνο, διότι θεωρούνταν διερμηνείς των προξένων. Αρχικά αρνούνταν επίσης να πληρώνουν τους σχετικούς φόρους στην Εβραϊκή κοινότητα αλλά, μετά την απόφαση της διοικούσας επιτροπής, ενέδωσαν στις απαιτήσεις την κοινότητας. Ο Εβραϊκός πληθυσμός εκείνη την περίοδο ήταν μεταξύ 25.000 και 30.000. Ωστόσο, και οι θρησκευτικές και οι κοσμικές σπουδές παρουσίασαν ύφεση και μόνο η μελέτη της Καμπαλά ανθούσε ακόμα.
19ος αιώνας
Προς το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οι Τουρκικές τοπικές αρχές της πόλης δρομολόγησαν μια περαιτέρω επέκταση της πόλης. Ένα νέο λιμάνι χτίστηκε το 1889, γεγονός που βοήθησε στην ανάπτυξη του εμπορίου. Η Ευρωπαϊκή κουλτούρα και τεχνολογία άρχισαν επίσης να εισρέουν στη Θεσσαλονίκη. Σημάδια αυτής της επιρροής από το Δυτικό τρόπο ζωής έγιναν φανερά και ανάμεσα στους Εβραίους κατοίκους. Το 1873 η Alliance Israelite Universelle ίδρυσε ένα σχολείο και επιπλέον χτίστηκαν κι άλλα σχολεία σύμφωνα με τα Δυτικά πρότυπα. Γιατροί που είχαν σπουδάσει στην Ευρώπη συνέβαλαν στην εξάλειψη των επιδημιών. Η δυτική επίδραση βοήθησε στην ανάπτυξη του εμπορίου και το 1886 ιδρύθηκε η Τράπεζα της Θεσσαλονίκης. Μία από τις συνέπειες του δυτικού τρόπου ζωής ήταν και η εξάπλωση του φιλελευθερισμού ανάμεσα στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Το γεγονός αυτό, όμως, δεν υπονόμευσε τις παραδόσεις της κοινότητας και πολλές νέες γεσιβότ (ραβινικές σχολές) ιδρύθηκαν. Η Χεβρά Καντίμα -οργάνωση για τη διάδοση της Εβραϊκής γλώσσας- ιδρύθηκε το 1899 και ο φημισμένος δάσκαλος Ισαάκ Επστάιν κλήθηκε στη Θεσσαλονίκη για να διδάξει Εβραϊκά.
Ο Εβραϊκός Τύπος έκανε την εμφάνισή του από νωρίς, ήδη από το 1864, με την εφημερίδα El Lunar και αργότερα το 1875 με την εφημερίδα La Epoca ενώ γρήγορα ακολούθησε και η εφημερίδα El Avenir. Αυτές οι εφημερίδες γράφονταν στα Ισπανοεβραϊκά. Στη συνέχεια, πολλές εφημερίδες, λογοτεχνικά περιοδικά και δελτία διαφόρων θρησκευτικών ή Σιωνιστικών οργανισμών, γραμμένα στα Ισπανοεβραϊκά, στα Γαλλικά, στα Εβραϊκά και στα Ελληνικά, συνέχισαν να εκδίδονται μέχρι την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το 1887 ο Ραβίνος Ιακώβ Κόβο αντικατέστησε τη ραβινική τριανδρία και διορίστηκε στο αξίωμα του χαχάμ μπασί (αρχιραβίνου). Το 1900 ζούσαν περίπου 80.000 Εβραίοι στη Θεσσαλονίκη (από το συνολικό πληθυσμό των 173.000 κατοίκων
20ος αιώνας
Το 1908, όταν οι Νεότουρκοι εξεγέρθηκαν κατά του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β’, πολλοί Εβραίοι συγκαταλέγονταν στους οπαδούς τους. Μία από τις πρώτες ενέργειες των Νεότουρκων, όταν απέκτησαν δύναμη, ήταν να επιστρατεύσουν όλους τους μη-μουσουλμάνους υπηκόους τους στον Τουρκικό στρατό. Αυτό είχε ως συνέπεια πολλοί νέοι Εβραίοι να φύγουν από τη Θεσσαλονίκη και να μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να αποφύγουν τη θητεία στον Τουρκικό στρατό. Από την άλλη όμως, οι Εβραίοι οργάνωσαν ανοιχτά σοσιαλιστικά και συνδικαλιστικά κινήματα επειδή πίστεψαν ότι η νέα κυβέρνηση ήταν πιο φιλελεύθερη και πιο ανεκτική από την προηγούμενη. Την ίδια περίοδο, οι πρώτες Σιωνιστικές οργανώσεις, Αγκουντά Μπενέ Σιών και Μακαμπή, κάνουν την εμφάνισή τους στη Θεσσαλονίκη.
Στις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, υπήρχαν περισσότερες από 20 Σιωνιστικές οργανώσεις. Το κίνημα των Νεότουρκων σηματοδότησε μια νέα «χρυσή» εποχή για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Υπήρχαν Εβραίοι σε κάθε επάγγελμα: έμποροι, καπνεργάτες, δικηγόροι, γιατροί, δάσκαλοι, αλλά και λιμενεργάτες. Κάθε Σάββατο η πόλη και το λιμάνι ακινητοποιούνταν, επειδή οι Εβραίοι δεν εργάζονταν. Το 1933, 300 ναυτικοί, λιμενεργάτες και αχθοφόροι μαζί με τις οικογένειές τους μετανάστευσαν στην Παλαιστίνη και εγκαταστάθηκαν στη Χάιφα. Με το πέρασμα των χρόνων, κι άλλες οικογένειες από τη Θεσσαλονίκη τους ακολούθησαν. Το 1936, μερικοί απ’ αυτούς μετακόμισαν στο Τελ Αβίβ και έθεσαν τα θεμέλια για την κατασκευή του εκεί λιμανιού.
Όταν ο ελληνικός στρατός μπήκε στην πόλη το 1912, ο Βασιλιάς της Ελλάδος Γεώργιος δήλωσε ότι οι Εβραίοι και οι άλλες μειονότητες επρόκειτο να έχουν τα ίδια δικαιώματα με τον υπόλοιπο ελληνικό πληθυσμό. Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-13), η Θεσσαλονίκη δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί πλέον ως λιμάνι των Βαλκανίων. Ωστόσο, το εμπόριο συνέχισε να ανθίζει, επειδή κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στη Θεσσαλονίκη στρατοπέδευσαν πολλές συμμαχικές δυνάμεις.
Το 1917 μία μεγάλη πυρκαγιά κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, αφήνοντας περίπου 50.000 Εβραίους άστεγους. Η Ελληνική κυβέρνηση, που ακολούθησε πολιτική του εξελληνισμού της πόλης, ήταν πρόθυμη να αποζημιώσει τους Εβραίους, των οποίων τα σπίτια είχαν καταστραφεί, αλλά αρνήθηκε να τους επιτρέψει να επιστρέψουν σε συγκεκριμένα μέρη της πόλης, αναγκάζοντας πολλούς απ’ αυτούς να εγκαταλείψουν τη χώρα και να μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αγγλία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αλεξάνδρεια. Το 1922, θεσπίστηκε ένας νόμος (236), ο οποίος υποχρέωνε όλους τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης να μην εργάζονται την Κυριακή, γεγονός που προκάλεσε ακόμα ένα κύμα μετανάστευσης των Εβραίων που ήθελαν να κρατήσουν το Σάββατο ως ημέρα αργίας. Ορισμένοι πήγαν στην Παλαιστίνη ενώ την ίδια εποχή οι περισσότεροι μετανάστευσαν στο Παρίσι, όπου ίδρυσαν μια σημαντική κοινότητα.
Το 1931, σημειώθηκαν αναταραχές στο συνοικισμό Κάμπελ, οι οποίες ακολούθησαν τις εκλογές και είχαν αντισημιτικό χαρακτήρα. Οπλισμένοι χούλιγκαν κατέκαψαν μια ολόκληρη Εβραϊκή συνοικία και αυτό είχε ως συνέπεια οι περισσότεροι από τους Εβραίους που κατοικούσαν στο συνοικισμό Κάμπελ μετά τις ταραχές να φύγουν για την Παλαιστίνη. Το 1935 ζούσαν περίπου 60.000 Εβραίοι στη Θεσσαλονίκη και παρόλη τη μείωση του Εβραϊκού πληθυσμού από την αρχή του αιώνα και όλες τις ταραχές και τις πυρκαγιές, ισχυροποίησαν τη θέση τους στην οικονομική δραστηριότητα της πόλης. Ενσωματώθηκαν στην Ελληνική κοινωνία- με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία, διατηρώντας ωστόσο τις παραδόσεις και τη γλώσσα τους. Δυστυχώς όμως η ευημερία αυτή δεν έμελλε να κρατήσει ...
Ο πόλεμος
Οι πρώτες στρατιωτικές φάλαγγες των Γερμανών μπήκαν στη Θεσσαλονίκη στις 9 Απριλίου 1941. Δύο μέρες αργότερα, ανεστάλη η λειτουργία της «Μεσατζέρο» - της μόνης Ισπανοεβραϊκής καθημερινής εφημερίδας που λειτουργούσε έως τότε. Ένας μεγάλος αριθμός σπιτιών και δημοσίων κτιρίων επιτάχθηκε, συμπεριλαμβανομένου και του Εβραϊκού νοσοκομείου που ιδρύθηκε από το Βαρόνο ντε Χιρς και έφερε το όνομά του. Στις 15 Απριλίου συνελήφθη όλο το Διοικητικό συμβούλιο της Κοινότητας και έγινε επιδρομή στα γραφεία της Κοινότητας. Οι Γερμανοί διόρισαν ένα νέο πρόεδρο για την κοινότητα για να μεταδίδει τις εντολές τους.
Οι διωγμοί άρχισαν σε συγκαλυμμένη μορφή, όπως άλλωστε συνήθιζαν οι Ναζί: Ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1942, όταν όλοι οι άντρες Εβραίοι ηλικίας από 18 έως 45 διατάχθηκαν να παρουσιαστούν στην πλατεία Ελευθερίας για να επιστρατευτούν για καταναγκαστική εργασία. Τη συγκεκριμένη μέρα, 6.000-7.000 απ’ αυτούς συγκεντρώθηκαν μαζί κάτω από τον καυτό ήλιο μέχρι το απόγευμα, περικυκλωμένοι από στρατιώτες με αυτόματα όπλα. Πολλοί στάλθηκαν αμέσως σε περιοχές που τις μάστιζε η ελονοσία, όπου δούλευαν δέκα ώρες την ημέρα με πολύ λίγο φαγητό. Μέσα σε δέκα εβδομάδες το 12% από αυτούς που οδηγήθηκαν εκεί, είχε πεθάνει. Μετά από παρατεταμένες διαπραγματεύσεις με την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, οι Γερμανοί τελικά συμφώνησαν να απαλλάξουν τους Εβραίους από την καταναγκαστική εργασία με αντάλλαγμα ως λύτρα το ποσό των δυόμισι δισεκατομμυρίων δραχμών, ένα εξωφρενικό ποσό για εκείνη την εποχή, το οποίο η κοινότητα συγκέντρωσε με τεράστιες δυσκολίες. Στους επόμενους μήνες συνεχίζονται οι κατασχέσεις Εβραϊκών επιχειρήσεων, αποθηκών και περιουσιών. Το Δεκέμβριο του 1942, το αρχαίο εβραϊκό νεκροταφείο που περιελάμβανε περίπου 300.000 τάφους και χρονολογούταν σίγουρα από τον 15ο αιώνα, απαλλοτριώθηκε και έτσι έγινε λατομείο για ολόκληρη την πόλη. Ταφόπλακες ανεκτίμητης ιστορικής αξίας αφαιρέθηκαν, ανεξάρτητα από την παλαιότητά τους και μέχρι πριν λίγο καιρό θα μπορούσε να τις αντικρίσει κανείς σκόρπιες σε όλη την πόλη ως πλάκες πεζοδρομίου.
Σ’ αυτό το στάδιο, οι Γερμανοί αντικατέστησαν τον πρόεδρο της κοινότητας, που αυτοί είχαν τοποθετήσει όταν εισέβαλαν στην πόλη, με το Ραβίνο Δρα Τσβι Κόρετς, που δεν ήταν γηγενής Θεσσαλονικιός. Η κοινότητα ήλπιζε ότι εφόσον εκείνος μιλούσε Γερμανικά, θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματικός στις συναλλαγές του με τις Γερμανικές αρχές. Ο ίδιος είχε πειστεί ότι με την πειθήνια συμμόρφωση, οι Ναζί θα μπορούσαν να κατευναστούν. Τότε πια, με τη διπλή ιδιότητα του Ραβίνου και του Προέδρου, όχι μόνο εκτελούσε όλες τις εντολές των Γερμανών, αλλά και παρότρυνε την κοινότητά του να υπακούσει. Στις 6 Φεβρουαρίου 1943, κατέφτασε στη Θεσσαλονίκη μία επιτροπή με επικεφαλής τον Ντίτερ Βισλιτσένι και τον Αλόις Μπρύνερ για να θέσει σε εφαρμογή τους φυλετικούς νόμους. Δύο μέρες αργότερα δόθηκε η διαταγή που υποχρέωνε τους Εβραίους να φορέσουν το κίτρινο Άστρο του Δαυίδ. Τα καταστήματα και τα γραφεία τους έπρεπε να σημαδευτούν με παρόμοιο τρόπο. Μερικές περιοχές που κατοικούνταν ως επί το πλείστον από Εβραίους περικλείστηκαν. Ήταν η πρώτη φορά σε σχεδόν 2.000 χρόνια που οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης αναγκάστηκαν να μείνουν σε γκέτο. Η έννοια των γκέτο δεν ήταν γνωστή για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης μέχρι εκείνη την ημέρα. Όποιος Εβραίος άλλαζε κατοικία χωρίς άδεια θεωρούταν λιποτάκτης και τον πυροβολούσαν εν ψυχρώ. Κανένας Εβραίος δεν επιτρεπόταν να κυκλοφορεί στους δρόμους μετά τη δύση του ήλιου. Κανένας Εβραίος δεν επιτρεπόταν να χρησιμοποιεί το τηλέφωνο. Κανένας Εβραίος δεν επιτρεπόταν να χρησιμοποιεί το τραμ.
Μισό αιώνα πριν, ο Βαρόνος ντε Χιρς είχε πληρώσει για την κατασκευή ορισμένων μικρών σπιτιών κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό, για να παράσχει στέγη σε Εβραίους φυγάδες από τα Ρωσικά πογκρόμ. Αυτό έμελλε να είναι το σκηνικό της οριστικής τραγωδίας. Τριακόσια άδεια βαγόνια τρένου παραταγμένα στις γραμμές περίμεναν τα θύματα. Το πρωί της 14ης Μαρτίου, οι κάτοικοι του συνοικισμού Βαρόνου Χιρς διατάχθηκαν να συγκεντρωθούν στην τοπική τους συναγωγή, όπου ενημερώθηκαν από το Ραβίνο Κόρετς ότι επρόκειτο να μεταφερθούν στην Πολωνία. Τους είπε ότι θα έβρισκαν ένα νέο σπιτικό εκεί, ανάμεσα σε δικούς τους ανθρώπους. Το επόμενο πρωί, οι κάτοικοι του συνοικισμού συγκεντρώθηκαν και τους οδήγησαν μέχρι το σταθμό. Τους έβαλαν στα βαγόνια που σύντομα υπερφορτώθηκαν δύο φορές απ’ όσο χωρούσαν, τα έκλεισαν, μετά τα σφράγισαν και γραμμή για την Πολωνία. Ο συνοικισμός Βαρόνου Χιρς ήταν τώρα άδειος και έτοιμος να παραλάβει άλλη αποστολή. Μερικές ώρες αργότερα το γκέτο Αγία Παρασκευή περικυκλώθηκε και οι κάτοικοί του διατάχθηκαν να ετοιμαστούν για να φύγουν σε είκοσι λεπτά. Μετά τους οδήγησαν στο συνοικισμό Χιρς πεζή, χωρίς να υπολογίσουν ηλικιωμένους, παιδιά, άρρωστους, ανάπηρους, όπου τους συνάντησαν την επόμενη μέρα Εβραίοι από άλλη περιοχή. Στις 17 Μαρτίου μία ακόμα αποστολή έφυγε προς το βορρά, στις ίδιες συνθήκες με την προηγούμενη. Από κείνη τη μέρα οι σκηνές αυτές επαναλαμβανόντουσαν, καθώς ομάδες ερχόντουσαν στο συνοικισμό Χιρς και γίνονταν αποστολές που έφευγαν προς το βορρά. Όλα αυτά τα τρένα, το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο, κατευθύνθηκαν στα διαβόητα στρατόπεδα συγκέντρωσης Άουσβιτς και Μπίρκενάου. Μέσα στους επόμενους λίγους μήνες, νέες αποστολές έφτασαν από τους διάφορους Εβραϊκούς Συνοικισμούς της πόλης και στάλθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς και του γειτονικού Μπίρκενάου. Η τελευταία αποστολή έφυγε στις 7 Αυγούστου του 1943.
43.850 Εβραίοι, δηλαδή το 95% του Εβραϊκού πληθυσμού, απελάθηκαν από τη Θεσσαλονίκη σ’ αυτούς τους μήνες. Σχεδόν όλοι εστάλησαν κατ’ ευθείαν στην Πολωνία, όπου και θανατώθηκαν. Πολύ λίγοι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης βρήκαν καταφύγιο στη γύρω ύπαιθρο, προσχωρώντας στην αντίσταση, ή στην Αθήνα, όπου μεγάλο ποσοστό του Εβραϊκού πληθυσμού σώθηκε χάρη στη βοήθεια του χριστιανικού πληθυσμού.
Τον Οκτώβριο του 1944, η Θεσσαλονίκη επανακτήθηκε από τις Ελληνικές και τις Συμμαχικές δυνάμεις. Μια χούφτα Εβραίοι επέστρεψαν στην πόλη της οποίας η ιστορία είχε συνυφανθεί τόσο στενά με τη δική τους για 2.000 χρόνια. Βρήκαν τα σπίτια τους κατειλημμένα, την περιουσία τους λεηλατημένη, όλες εκτός από δύο ή τρεις – από τις 19- συναγωγές κατεστραμμένες, το πέντε αιώνων παλαιό νεκροταφείο τους να χρησιμοποιείται ακόμα ως λατομείο. Ανάμεσα στα χαλάσματα οι εναπομείναντες ξανάρχισαν τη ζωή τους απ’ την αρχή.
Μετά τον πόλεμο
Μετά τον πόλεμο, οι επιζώντες του Ολοκαυτώματος της κοινότητας της Θεσσαλονίκης μαζί με τους εναπομείναντες από μικρότερες κοινότητες, συγκεντρώθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Καθώς οι Εβραίοι των άλλων κοινοτήτων μιλούσαν Ελληνικά, τα Ισπανοεβραϊκά, γλώσσα που μιλούσαν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, σχεδόν εγκαταλείφθηκαν από καθομιλουμένη γλώσσα της κοινότητας. Οι πικρές αναμνήσεις και η δύσκολη οικονομική κατάσταση στη μεταπολεμική Ελλάδα, ανάγκασε πολλούς από τους Εβραίους επιζώντες να μεταναστεύσουν στο Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σήμερα, υπάρχει μια οργανωμένη κοινότητα με δύο εν ενεργεία συναγωγές. Οι θρησκευτικές λειτουργίες τελούνται καθημερινά και στις Μεγάλες Γιορτές. Τα παιδιά της κοινότητας ξεκινούν τη σχολική ζωή τους στο Εβραϊκό νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο. Ακολουθεί η δευτεροβάθμια εκπαίδευσή τους σε Ελληνικά σχολεία, ωστόσο υπάρχει πρόνοια για Εβραϊκή παιδεία την οποία χειρίζεται το Mercaz Hadracha με τη βοήθεια δασκάλων από το Ισραήλ. Υπάρχουν δύο κέντρα νεολαίας και ένα κοινοτικό κέντρο για όλες τις ηλικίες. Στη Θεσσαλονίκη υπάρχει ένα Εβραϊκό Γηροκομείο. Υπάρχουν τρία Μνημεία, το Μνημείο Ολοκαυτώματος, το Μνημείο του παλαιού νεκροταφείου και το Μνημείο στο νέο νεκροταφείο. Το Μνημείο του Ολοκαυτώματος, βρίσκεται στην πλατεία Ελευθερίας, τοποθετήθηκε προς τιμήν των 50.000 Ελλήνων εβραίων της Θεσσαλονίκης που δολοφονήθηκαν από τους Ναζί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το Μνημείο του παλαιού νεκροταφείου, βρίσκεται στα Πανεπιστήμια διότι κατά την Γερμανική Κατοχή το εβραϊκό νεκροταφείο καταστράφηκε και αποδομήθηκε. Από το 2014 τοποθετήθηκε στο πάρκο του Παρατηρητηρίου του Πανεπιστημίου και χτίστηκε πάνω στα απομεινάρια του παλαιού εβραϊκού νεκροταφείου. Το Μνημείο στο νέο νεκροταφείο που βρίσκεται στη Σταυρούπολη, συμβολίζει την περισυλλογή των διαμελισμένων μαρμάρων που μετακινήθηκαν από το παλαιό εβραϊκό νεκροταφείο. Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης οργανώνει θερινές κατασκηνώσεις για την Ελληνική Εβραϊκή νεολαία. Οι φίλαθλη νεολαία έχει το σύλλογό της, τη Μακαμπί. Το Εβραϊκό Μουσείο της Θεσσαλονίκης ανεγέρθη με την υποστήριξη του Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Θεσσαλονίκη 1997» και η λειτουργία του χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης.
Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, σήμερα, πασχίζει να εξασφαλίσει στα μέλη της όλα τα μέσα για να ενισχύσει τις εμπειρίες τους στον Εβραϊκό τρόπο ζωής. Ακολουθούμε τα βήματα των προγόνων μας, που δημιούργησαν αυτήν την Εβραϊκή πόλη, και ελπίζουμε κάποια μέρα να γίνουμε ένα νέο κέντρο Ιουδαϊσμού, μία νέα «Ir vaEm beIsrael».
Βιβλιογραφία:
1. Encyclopedia Judaica, Keter Publishing House, Λήμμα - Salonica
2. Γιοζέφ Νεχαμά, Ιστορία των Ισραηλιτών της Σαλονίκης, 3 τόμοι, Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, University Studio Press
3. Μιχαέλ Μόλχο, In Memoriam, Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης
4. Saloniki Ir vaEm beIsrael, (στα Εβραϊκά) HaMachon leCheker Yahadut Saloniki
5. Γιομτώβ Γιακοέλ, Απομνημονεύματα 1941-1943, Ετς ΑΧαίμ Παρατηρητής